- κοτυληδόνας
- κοτυληδώνany cup-shaped hollowfem acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
επιβλάστη — η 1. το τμήμα τής εξωβλάστης τού γαστριδίου που απομένει αφού αποχωριστεί η νευροβλάστη, από την οποία διαπλάσσεται το νευρικό σύστημα 2. μικρός συμμετρικός λοβός τής κοτυληδόνας στο έμβρυο τών αγρωστιδών … Dictionary of Greek
υποβλάστη — η, και υποβλάστης, ο, Ν 1. ζωολ. το κατώτερο από δύο στρώματα κυττάρων σε ένα εμβρυϊκό στάδιο τών ερπετών, τών πτηνών, και τών ωοτόκων θηλαστικών 2. βιολ. άλλη ονομασία για το ενδόδερμα 3. βοτ. ονομασία τής κοτυληδόνας τών αγρωστωδών. [ΕΤΥΜΟΛ.… … Dictionary of Greek